Τέλος οι σόμπες από τα μαγαζιά – Με τι τις αντικαθιστούν

Μαγαζιά: Όσο μπαίνουμε στον δύσκολο χειμώνα που έχουμε μπροστά μας, τόσο μεγαλύτερος είναι ο προβληματισμός από την πλευρά των καταστηματαρχών και των επιχειρηματιών για το πως θα εξασφαλίσουν τη θέρμανση στα μαγαζιά τους με τον πιο οικονομικό και αποδοτικό τρόπο για τους ίδιους αλλά και για τους πελάτες τους. Το βασικό πρόβλημα φέτος μοιάζει να […]

Τέλος οι σόμπες από τα μαγαζιά - Με τι τις αντικαθιστούν

Μαγαζιά: Όσο μπαίνουμε στον δύσκολο χειμώνα που έχουμε μπροστά μας, τόσο μεγαλύτερος είναι ο προβληματισμός από την πλευρά των καταστηματαρχών και των επιχειρηματιών για το πως θα εξασφαλίσουν τη θέρμανση στα μαγαζιά τους με τον πιο οικονομικό και αποδοτικό τρόπο για τους ίδιους αλλά και για τους πελάτες τους.

Το βασικό πρόβλημα φέτος μοιάζει να το συναντούν οι ιδιοκτήτες καταστημάτων εστίασης και κυρίως οι επιχειρηματίες που έχουν καφέ και καφετέριες. Η πραγματικότητα είναι ιδιαιτέρως δυσχερής και οι επιχειρηματίες δεν διστάζουν να επιστρατεύσουν κάθε μέσο για να περιορίσουν την οικονομική ζημιά που μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας για τους ίδιους και τις επιχειρήσεις τους.

Στη Θεσσαλονίκη, μάλιστα, δεν είναι λίγοι οι ιδιοκτήτες καφέ που δεν έχουν καμία διάθεση να ανοίξουν φέτος τις κοστοβόρες εξωτερικές θερμάστρες. Αντίθετα καταφεύγουν σε λύσεις με… κουβερτάκια τα οποία θα δίνουν στους πελάτες τους τις κρύες μέρες του χειμώνα για να ζεσταίνουν τα πόδια τους.

Ενδεικτική είναι η δήλωση του γγ Εστίασης του Νομού Θεσσαλονίκης, ο οποίος μιλώντας στο τοπικό σάιτ ThessToday υποστηρίζει πως η ακρίβεια και η ενεργειακή κρίση έχουν φέρει τον κλάδο σε αδιέξοδο. Και σημείωσε με νόημα πως φέτος δεν θα δούμε εξωτερικές θερμάστρες, αλλά κουβέρτες.

Μαγαζιά – Στα όρια τους πολλές επιχειρήσεις

Εκτίμησε, μάλιστα, πως τα κουβερτάκια αποτελούν μια λύση που θα κυκλοφορήσει πολύ «για να ζεσταίνονται τα πόδια των πελατών» όσο απολαμβάνουν τον καφέ τους στις καφετέριες της πόλης.

Ο κ. Μιχάλης Επιτροπίδης στέκεται στην περιγραφή της δύσκολης πραγματικότητας για τα μαγαζιά. Τονίζει ότι οι λογαριασμοί έχουν αυξηθεί πάρα πολύ. Ενώ κρούει το καμπανάκι λέγοντας πως φέτος τα πράγματα είναι τόσο δύσκολα που μπαίνει και ζήτημα επιβίωσης για πολλούς επιχειρηματίες του κλάδου.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα, στο κατάστημα καφέ της Σαββούλας Αγαθαγγελίδου, τα κουβερτάκια ήδη έχουν πάρει τη θέση τους στις καρέκλες του εξωτερικού χώρου. «Πλήρωνα 400-450€ τον μήνα, έφτασα τώρα να πληρώνω 1800-2000€ τον μήνα, αυτό σημαίνει τέσσερις με πέντε φορές επάνω, έχουμε το ρεύμα τρεις φορές επάνω. Το κουβερτάκι είναι η μόνη βιώσιμη λύση για να ζεσταθεί ο πελάτης. Όταν κάθεται ή θα το βάλει στα πόδια του, ή θα το βάλει στην πλάτη του» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Προβλήματα και για τους εμπόρους υγραερίου

Εξίσου δυσοίωνη είναι η χειμερινή σεζόν και για τους εμπόρους που διοχετεύουν τις εξωτερικές θερμάστρες στην αγορά, καθώς η στροφή των επιχειρηματιών στην εστίαση σε οικονομικότερες λύσεις, σηματοδοτεί την επιβάρυνση που θα υποστούν οι βιομηχανίες της θέρμανσης. Τα παραπάνω εξηγεί στο τοπικό μέσο ο Αλέξανδρος Βοσνάκης, ο οποίος εμπορεύεται και διανέμει φιάλες και συσκευές υγραερίου σε όλη την Ελλάδα. «Φέτος δεν υπάρχει ζήτηση για εξωτερική θερμάστρα ούτε για… δείγμα. Καταγράφουμε πτώση της τάξης 70% -μπορεί και παραπάνω- ενώ πέρυσι δεν προλαβαίναμε τις παραγγελίες. Έχουμε συνειδητοποιήσει από νωρίς ότι οι επαγγελματίες στην εστίαση δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδά τους», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η ενοικίαση για μία εξωτερική θερμάστρα πέρυσι κόστιζε 160 ευρώ για όλη τη χειμερινή σεζόν, ενώ φέτος αυξήθηκε στα 230 ευρώ. Το 2021 ο ίδιος εμπορεύτηκε 150 εξωτερικές θερμάστρες, ενώ φέτος ο αριθμός δεν ξεπερνάει τις 30.

«Δεν είναι μόνο το κύμα ακρίβειας όσον αφορά τα λειτουργικά έξοδα. Μόνο η εξωτερική θερμάστρα φέτος κοστίζει 230 και η φιάλη 25 με 30 ευρώ ανά ημέρα. Άρα μιλάμε για μια ασύμφορη λύση για τους επιχειρηματίες στην εστίαση, καθώς μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να χρειαστεί να τοποθετήσουν ακόμη και δύο φιάλες ανά ημέρα. Άρα μιλάμε για μεγάλα ποσά και με την μειωμένη κίνηση της αγοράς, δεν βγαίνει κανένας μας», τόνισε χαρακτηριστικά.

Μαγαζιά – Καφές: Η συνήθεια του Έλληνα που δεν κόβεται παρά την έκρηξη ακρίβειας

Μεγάλες αυξήσεις στην τιμή του καφέ σε όλη την Ευρώπη

Ακριβή συνήθεια φαίνεται πως θα γίνει ο καφές για τους λάτρεις του είδους σύμφωνα με έρευνα της Eurostat, που υπογραμμίζει το άλμα στην τιμή του προϊόντος, καθώς και την αύξηση του κόστος ζάχαρης και γάλακτος.

«Οι πρόσφατες αυξήσεις τιμών καθιστούν αυτό το βασικό προϊόν σχεδόν είδος πολυτελείας», ανέφερε η Eurostat, ανακοινώνοντας ότι οι τιμές του καφέ κατά μέσο όρο κατέγραψαν άλμα 16,9% τον Αύγουστο συγκριτικά με το 2021.

Το φρέσκο πλήρες γάλα κοστίζει τώρα 24,3% πιο ακριβά κατά μέσο όρο, ενώ οι καταναλωτές πλήρωσαν 22,2% περισσότερο για φρέσκο γάλα χαμηλών λιπαρών, όπως ανέφερε η Eurostat.

Η ζάχαρη από την άλλη κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση, με τη μέση τιμή να σημειώνει άλμα 33,4%.

Πόσο κοστίζει ο καφές στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα τον καφέ πλέον τον αγοράζουμε 13,3% ακριβότερα, ενώ η ζάχαρη τον Αύγουστο του 2022 σημείωσε αύξηση 27%.

Σε ό,τι αφορά το γάλα, εκεί παρατηρείται αύξηση της τιμής κατά 17,9% στο πλήρες και 16,7% στο γάλα χαμηλών λιπαρών.

Τι ισχύει στην υπόλοιπη Ευρώπη

Τα στοιχεία της έρευνας αναδεικνύουν αύξηση για τα τέσσερα αυτά προϊόντα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, εκτός της Μάλτας, όπου η τιμή του φρέσκου γάλακτος χαμηλών λιπαρών έμεινε αμετάβλητη.

Τις μεγαλυτερες αυξησεις στον καφέ είδαν η Φινλανδία και η Λιθουανία, με αυξήσεις κατά 43,6% και 39,9% αντίστοιχα, ενώ ακολουθούν η Σουηδία και η Εσθονία.

Η Πολωνία κατέγραψε το μεγαλύτερο άλμα στην τιμή της ζάχαρης, που αυξήθηκε κατά 109,2% από τον Αύγουστο του 2021.

Μαγαζιά – Τρεις βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την παγκόσμια εικόνα της τιμής στον καφέ

Παράλληλα αν και εμφανίζεται μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης καφέ σε σχέση με το 2021, ωστόσο σε σύγκριση με το 2019 η αγορά της εστίασης παραμένει χαμηλότερα σε κατανάλωση. Το 2022 είναι η πρώτη χρονιά χωρίς lockdown, με την αγορά να ενισχύεται σημαντικά από τον τουρισμό, αλλά υπολείπεται ακόμα των επιπέδων προ πανδημίας.

Η μη επιστροφή στα προ πανδημίας επίπεδα, καθώς και το γεγονός ότι η τιμή του καφέ που εισάγουν οι επιχειρήσεις του κλάδου στην Ελλάδα παραμένει πολύ υψηλή, μάλλον προβλημάτισαν παρά απτέλεσαν λόγο για να γιορτάσουν την Παγκόσμια Ημέρα Καφέ (1/10).

Τρεις βασικοί παράγοντες επηρεάζουν την παγκόσμια εικόνα της τιμής στον καφέ και κατ’ επέκταση επιδρούν και στην ελληνική αγορά. Ο πρώτος σχετίζεται με την εκδήλωση του περυσινού παγετού στη Βραζιλία, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό καφέ Arabica παγκοσμίως. Την περίοδο 2020-2021 προήλθε από εκεί το 41% των ποσοτήτων που διοχετεύτηκαν στον πλανήτη. Την περίοδο 2021-2022 το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί στο 34%.Η μείωση της παραγωγής συνεπάγεται την ταυτόχρονη μείωση των παγκόσμιων αποθεμάτων.

Επίσης, βασική αιτία που επηρέασε δραστικά την αγορά είναι η διαμόρφωση της ισοτιμίας ευρώ – δολαρίου τον τελευταίο ένα χρόνο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου τον Ιανουάριο του 2021 ήταν στο 1,21 δολάριο, τον Ιανουάριο του 2022 στο 1,13 δολάριο και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα επίπεδα του 0,97 δολαρίου.

Μόνο από τη διαφορά ισοτιμίας, η επίπτωση στην τιμή του καφέ ανέρχεται στο 20%. Γεγονότα που έχουν συντείνει στην αύξηση της τιμής του καφέ είναι η αύξηση του μεταφορικού και του ενεργειακού κόστους, καθώς και του συνόλου των υλικών συσκευασίας.

Οι συγκρίσεις με πέρυσι

Την ίδια ώρα στοιχεία της Καθημερινής για τον όγκο πωλήσεων του καφέ που διατίθεται από το ράφι του σούπερ μάρκετ δείχνουν ότι αυτές διατηρήθηκαν στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, αν και η αγορά ανέμενε υποχώρησή τους, δεδομένης της άρσης των περιοριστικών μέτρων για τον κορωνοϊό και της επιστροφής μεγάλου μέρους των εργαζομένων στους χώρους εργασίας.

Δεν είναι λίγοι προφανώς εκείνοι που προτιμούν πλέον για λόγους περιορισμού των εξόδων να ετοιμάζουν τον καφέ από το σπίτι τους και να τον παίρνουν μαζί στη δουλειά ή να τον ετοιμάζουν στον χώρο εργασίας, από το να αγοράζουν έτοιμο αυτό το δημοφιλές ρόφημα.

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, οι συνολικές πωλήσεις καφέ στα σούπερ μάρκετ στο οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2022 ανήλθαν σε 7.400 τόνους, ποσότητα ίδια με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.